ΗΛΙΑ
Γ. OIKONOMAKH
ΔΙΑΛΕΞΗ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΚΑΤΟΙΚΟΥΣ ΤΗΣ
ΤΟΥΡΛΩΤΗΣ – 10-8-2012
ΘΕΜΑ : Η ΜΟΥΣΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΚΡΗΤΗΣ
(Κύριε εκπρόσωπε του Δήμου, Αιδεσιμότατε, κυρίες και κύριοι)
Αγαπητοί μου συγχωριανές και συγχωριανοί.
Θα ήθελα να ευχαριστήσω πρώτα τα διοικητικά Συμβούλια των Συλλόγων
Τουρλωτιανών Αττικής και Πολιτιστικό Τουρλωτής, που μου έδωσαν την
ευκαιρία να επικοινωνήσω μαζί σας, αλλά και σας που είχατε την
καλοσύνη να έλθετε εδώ για να μας ακούσετε.
Θεωρώ τιμητική την επιλογή μου για την ανάπτυξη προς εσάς ενός
θέματος που πονεί. Είναι αυτό της μουσικής παράδοσης της Ανατολικής
Κρήτης. Πονεί, γιατί αυτήν την παράδοση δεν την ζούμε σήμερα και από
καιρό.
Να εξηγήσουμε κατ’ αρχήν ποια είναι η μουσική παράδοση για την
οποίαν θα κάμουμε λόγο.
Είναι οι κοντυλιές με το βιολί και σε πολύ μικρότερο βαθμό και από
τη λύρα, που μας χαρίζουν στιγμές χαράς, ευχαρίστησης, ανακούφισης.
Κοντά μας στις χαρές αλλά και στις δύσκολες ώρες, για να τραγουδούμε
τις μαντινιάδες, να χορεύομε, να λέμε λόγια αγάπης προς τις
αγαπημένες, να στολίζουμε τις νύχτες με τους ήχους του βιολιού, στις
καντάδες.
Αυτές οι κοντυλιές φθάνουν από οργανοπαίχτη σε οργανοπαίχτη
πρακτικά, προφορικά θα λέγαμε. Τις δεχόμαστε χωρίς να εξετάζουμε το
πίσω τους, τη διαδρομή τους. Σ’ αυτή τη διαδρομή, από βάθος χρόνου
πλουτίζονται οι κοντυλιές και με νέα γυρίσματα από τους
οργανοπαίχτες, που επηρεασμένοι από τις συνθήκες της ζωής, της
ατομικής ή κοινωνικής, διατυπώνουν με ήχους τη συναισθηματική τους
κατάσταση, όπως τη διαμορφώνουν οι συνθήκες αυτές. Δεν πρέπει να
παραλείπουμε και τους απλούς τραγουδιστές. Κι αυτοί κάποτε
συμμετέχουν στην αναβάθμιση της μουσικής μας παράδοσης.
Με λίγα λόγια, η παραδοσιακή μας μουσική είναι η συναισθηματική
ιστορία μας, είναι το παρελθόν και το παρόν μας, μέσα στις
ιδιαίτερες συνθήκες του τόπου μας, των εθίμων και των αξιών που μας
χαρακτηρίζουν. Είναι τα δακτυλικά αποτυπώματα της περιοχής μας, του
χώρου όπου ζούμε, προσφέρομε, χαιρόμαστε ή λυπούμαστε. Του χώρου
όπου διαμορφώνονται τα συναισθήματά μας και η προσωπικότητά μας. Του
χώρου όπου καταγράφεται η ιστορία μας και εκδηλώνεται ο πολιτισμός
μας.
Τα χαρακτηριστικά της μουσικής παράδοσης είναι πως δεν γνωρίζομε την
ηλικία της, αλλά ούτε και τους συνθέτες. Γι αυτό λέμε πως η μουσική
παράδοση είναι ο ίδιος ο λαός με τους εκπροσώπους του, που στο διάβα
του χρόνου καταγράφουν με μουσικούς ήχους την ιστορία της ζωής μας.
Ας δούμε τώρα πώς εκφράζεται, πώς εκδηλώνεται η μουσική μας
παράδοση. Εκδηλώνεται με μεγάλη ποικιλία ήχων. Πλούτος στις
μελωδίες, τις παραλλαγές, τις μουσικές εκφράσεις.΄Εχει την άνεση να
εκφράσει όλα τα συναισθήματα. Και τις χαρές και τις λύπες, τις
απογοητεύσεις, τον ενθουσιασμό και προπαντός τον έρωτα.
Η μουσική μας παράδοση δίδει τις εικόνες του τόπου μας, την ηρεμία,
την αρμονία και τη γαλήνη της υπαίθρου μας, την ομορφιά της φύσης
μας. Συντονίζεται με την ποίηση του βουνού και του κάμπου, τις
όμορφες και ήρεμες ακρογιαλιές. Τη γαλήνια γενικά ατμόσφαιρα της
περιοχής.
Αυτά από το ένα μέρος και από το άλλο οι άνθρωποί της, ο λαός της
περιοχής αυτής. Πώς μπορεί να μην είναι ανάλογος με το χώρο που
υπάρχουν ; Από αυτές τις πηγές και οι ανάλογοι ήχοι της μουσικής μας
παράδοσης.
Η μουσική αυτή, μοναδική σε ποιότητα και μελωδία στην Κρήτη, υπήρξε
ασυναγώνιστη και ασύγκριτη σε ποιότητα. Αυτό θεωρήθηκε πως έκανε
κακό στις λοιπές μουσικές τις γειτονικές. ΄Ετσι μεθοδεύτηκε η
νόθευση και ο αφανισμός της από το φυσικό της όργανο που είναι το
βιολί. ΄ Ολες αυτές οι μελωδίες ή σχεδόν όλες, φιλοτεχνήθηκαν πάνω
στο βιολί που αποτελεί και το κυρίαρχο παραδοσιακό μουσικό όργανο
της Ανατολικής Κρήτης, δηλαδή των Νομών Ηρακλείου και Λασιθίου.
Το βιολί είναι το όργανο πάνω στο οποίον συνέχισε να δημιουργείται η
μουσική αυτή , μετά το μαντολίνο, ίδιας μουσικής έκτασης με το
βιολί.
Στο μαντολίνο έφθασε από το λαγούτο του Βιτσέντζου Κορνάρου, ποιητή
του Ερωτόκριτου. Και την περίοδο εκείνη, έτος 1600 μ.χ., όμοια ήταν
η μουσική μας.
Ο Κορνάρος την περιγράφει στο ποίημά του, σε μια εικόνα που δίδει,
όταν ο Ερωτόκριτος πήγε να κάμει καντάδα στην αγαπημένη του Αρετούσα
ως εξής:
«Κι οντέν η νύχτα η δροσερή καθ άνθρωπο αναπεύγει
και κάθε ζω να κοιμηθεί τόπο να βρει γυρεύγει,
ήπερνε το λαγούτον του και σιγανά επορπάτει
κι εχτύπαν το γλυκά γλυκά ανάδια στο παλάτι.
΄Ηταν η χέρα ζάχαρη, φωνή ‘χε σαν αηδόνι,
κάθε καρδιά να του γροικά κλαίει κι αναδακρυώνει.»
Η μουσική μας παράδοση εξελίχθηκε φυσιολογικά πάνω σε πιο εξελιγμένα
και αναβαθμισμένα μουσικά όργανα και έτσι προχώρησε ώσπου πριν
χρόνια πέρασε στα χέρια των αδίστακτων εμπόρων και εκεί τερμάτισε
την πορεία της.
Από το έτος 1950 και νωρίτερα άρχισε η βιομηχανία της λύρας και η
προπαγάνδα γι αυτήν με βάσει καλά μεθοδευμένο πρόγραμμα.
Παράλληλα με την αθρόα παραγωγή της λύρας, άρχισαν και οι περιοδείες
των ειδημόνων και των διαφημισμένων λυράρηδων σε όλο το μήκος της
Κρήτης και πρόσφεραν δωρεάν την τεχνική τους για την εκπαίδευση
παιδιών στη λύρα. Και τούτο είναι σπουδαίο και θλιβερό,
υποθαλπτόμενοι και βοηθούμενοι από την τοπική αυτοδιοίκηση και άλλων
παραγόντων.
Για να κάμουν δε την λύρα πιο προσιτή, εφεύραν τους αυτοσχεδιασμούς
και ίδρυσαν και Σχολή αυτοσχεδιασμών, η οποία βέβαια δεν μπόρεσε να
ευδοκιμήσει. Ο λόγος είναι πως οι αυτοσχεδιασμοί δεν διδάσκονται
αλλά πηγάζουν από την εμπειρία και την αξιόλογη δεξιοτεχνία του
οργανοπαίχτη. Είναι δε της στιγμής ακούσματα και δεν
επαναλαμβάνονται.
Αυτό που έμεινε από αυτές τις μεθοδεύσεις, είναι οι δοξαριές στον
αέρα των λυράρηδων στην προσπάθειά τους να αυτοσχεδιάσουν. ΄Ετσι
έχομε ήχους ακατάληπτους, χωρίς νόημα και συναίσθημα, κατανοητοί
μόνον από εκείνους που έχουν καταναλώσει τις τσικουδιές των.
Αυτοί οι οργανοπαίχτες τι παράδοση αφήνουν ; Απολύτως καμία.
Δεν βάζομε βέβαια όλους τους λυράρηδες στο ίδιο τσουβάλι αλλά
όπωσδήποτε την μεγάλη μάζα. Υπάρχουν αξιόλογοι τεχνίτες της λύρας
που ακολουθούν την παράδοση και βαδίζουν μ’ αυτήν. Δεν μπορούν όμως
αυτοί να επηρεάσουν το κατεστημένο.
Η μουσική παράδοση έχει να παρουσιάσει και άλλες εκδηλώσεις.
Η σπουδαιότερη από αυτές είναι ο χορός.
Χοροδιδασκαλεία ξεφύτρωσαν, όχι βέβαια για το Σητειακό πηδηχτό χορό.
Κι ακόμη χορογράφοι που μετατρέψανε τον παραδοσιακό χορό της Δυτικής
Κρήτης σε σώου. Αγωνίσματα του επί τόπου άλματος εις ύψος. Εικόνες
που φέρουν στην μνήμη άλλα πλάσματα….
Αφάνισαν όλα τα στοιχεία του χορού που τον καθιστούσαν παραδοσιακό.
Ο χορός με τις κινήσεις του δίδει στοιχεία, πληροφορίες, όπως και η
μουσική. Στοιχεία ανθρώπινης συμπεριφοράς στα κατά καιρούς
συμβαίνοντα στη ζωή.
Και οι παραδοσιακές στολές με τα διάφορα στολίδια τους ,
συμβολίζουν, στέλλουν μηνύματα. ΄Αραγε αυτές που χρησιμοποιούνται
έχουν σχέση με την παράδοση ;
Επανερχόμαστε στο θέμα του πολέμου κατά της μουσικής μας παράδοσης.
΄Οσα αναφέρθηκαν προηγουμένως συνοδεύτηκαν και με άλλα, πιο σκληρά,
αντικοινωνικά μέτρα, ντροπή για τον πολιτισμό μας. Στόχος το βιολί,
να μην ακούγεται από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και ιδίως το βιολί
του Καλογερίδη. Ετσι μεθοδεύτηκε και άλλος τρόπος για να σταματήσει
να ακούγεται το βιολί
Γύρω στα μέσα της 10ετίας του 1950, κατάφεραν και προσεταιρίστηκαν
τον Διευθυντή του μουσικού Προγράμματος του ΕΙΡ Σίμωνα Καρά και τον
έπεισαν να εκδώσει απόφαση απαγορευτική για το ΚΡΗΤΙΚΟ ΜΟΝΟ ΒΙΟΛΙ να
χρησιμοποιείται από τους Ραδιοφωνικούς Σταθμούς στις εκπομπές της
Κρητικής μουσικής παράδοσης.
Αλλά θα προτιμούσα να ακούσετε τα λόγια που εξιστορούν το
περιστατικό μέσα από τα αποσπάσματα της Εισήγησης του Γιάννη
Τσουχλαράκη Συγγραφέα και Ερευνητή Λαογραφίας, στην Ημερίδα του
Τμήματος Μουσικής Τεχνολογίας και Ακουστικής του ΤΕΙ
Κρήτης-Παράρτημα Ρεθύμνου που πραγματοποιήθηκε στο Ρέθυμνο την
5-9-2004.
Σ’ αυτήν την Ημερίδα ήταν προσκαλεσμένος και ο παρών ομιλητής σας
για την ανάπτυξη ενός θέματος παραπλήσιο με το δικό μας.
Αναφέρει λοιπόν ο Λαογράφος και Συγγραφέας Γιάννης Τσουχλαράκης : «
Την αρμονική συνύπαρξη βιολιού και λύρας στην κρητική μουσική,
τάραξε ο Σίμων Καράς με την παρέμβασή του στα μέσα της 10ετίας του
1950.
Ως Δ/.ντής του μουσικού προγράμματος της δημοτικής μουσικής στο
Εθνικό ΄Ιδρυμα Ραδιοφωνίας, εισηγήθηκε και τελικά πέτυχε να
απαγορευτεί η εκτέλεση της κρητικής μουσικής με το βιολί στους
Ραδιοφωνικούς Σταθμούς της Ελλάδας, επειδή δεν την θεωρούσε
παραδοσιακή. Μετά από μερικά χρόνια, η απαγόρευση επεκτάθηκε και
στην τηλεόραση.
΄Όπως προκύπτει από σκέψεις και γνώμες σκεπτόμενων ανθρώπων της
εποχής εκείνης, η απόφαση αυτή δεν φαίνεται να ήταν μόνο σκέψη του
ενός.΄Ηταν ενορχηστρωμένη από πολλούς η ιστορική πράξη που αποτέλεσε
ράπισμα στον πολιτισμό μας και στην κρητική μουσική παράδοση.
Στην παραπάνω εισήγηση, αναφέρεται επίσης : « Παρ’όλο που πολύ
αργότερα και προς το τέλος του, ο Σίμων Καράς αναγνώρισε στον μαθητή
του Νίκο Διονυσόπουλο το λάθος του, αυτό δεν μπορούσε να διορθώσει
το κακό που είχε γίνει στην κρητική μουσική, αφού για 40 χρόνια δεν
ακουόταν από τα δημόσια μόνον τότε Μαζικά Μέσα ενημέρωσης η μουσική
από βιολί και επομένως την αγνοούσε ο λαός». Και καταλήγει: «Κανένας
δεν έχει το δικαίωμα να αποφασίζει αν θα υπάρχει και ποιο θα είναι
το αντιπροσωπευτικό όργανο ενός τόπου και τεχνηέντως να το
επιβάλλει, διότι έτσι χάνεται ο πλούτος της μουσικοχορευτικής μας
κληρονομιάς και η δυνατότητα της γνήσιας αντιπροσώπευσης όλων των
επί μέρους περιοχών της Κρήτης.»
Ο συγγραφέας Τσουχλαράκης αναφέρει τέλος στην εισήγησή του την άποψη
του Εθνομουσικολόγου καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών Λάμπρου Λιάβα
: «Είναι η εποχή μετά τον πόλεμο, που το βιολί εξακολουθεί να έχει
την μεγαλύτερη διάδοση σε σχέση με τη λύρα και χρειάστηκε ολόκληρος
αγώνας των λυράρηδων, με βοηθό σ’ αυτήν την προσπάθεια τον Σίμωνα
Καρά για να ξανακερδίσει η λύρα τον τίτλο του Εθνικού Συμβόλου της
Κρητικής Μουσικής.»
Σ’αυτό το τελευταίο, η άποψή μου είναι ότι λύρα ουδέποτε είχε τον
τίτλο του Εθνικού Μουσικού Συμβόλου της κρητικής μουσικής.
Προσπάθησε να τον αποκτήσει πραξικοπηματικά με τα έργα και τις
πράξεις του Καρά και των άλλων. Και δεν θα μπορέσει ποτέ να τον
αποκτήσει, γιατί το βιολί μπορεί να κατάφεραν να το βάλουν στην
γωνιά, η μουσική του όμως, η μουσική παράδοση της Ανατολικής Κρήτης
κρατεί και θα κρατεί, γιατί αυτή γνωρίζει όλη η Ελλάδα ως Εθνική
παραδοσιακή μουσικής της Κρήτης.
Στο θέμα αυτό, πολύ προβλημάτισε το βιολί του Καλιγερίδη. Αυτός
έπρεπε να φύγει από τους Ραδιοφωνικούς Σταθμούς για να μπορεί να
ακούγεται η λύρα άνετα. ΄Εφθασαν μέχρι του σημείου να κατασκευάσουν
και βιολόλυρα με τέσσερις χορδές για να μπορούν να αποδώσουν τις
κοντυλιές του Καλογερίδη, αλλά μάταια.
Ανεξάρτητα με τα παραπάνω, είναι η αλήθεια ότι τα έθιμα υποχώρησαν
και από ένα άλλον παράγοντα, τον υλισμό. Ο άνθρωπος στράφηκε προς
άλλα ήδη καλοπέρασης στα οποία ήδη δεν συμμετέχει πολύ το
συναίσθημα. Δεν μπορούμε να αποδώσουμε στην απομάκρυνση του βιολιού
στο ότι ατόνησε το ενδιαφέρον για τα γλέντια και τις συντροφιές που
κάποτε πραγματοποιούντο σε κάθε ευκαιρία γιορτής. Μπορούμε όμως να
αποδώσουμε την έλλειψη ενδιαφέροντος, κεφιού στις διασκεδάσεις, όπως
διαμορφώθηκαν σήμερα.
Και σε άλλα μέρη της Ελλάδος, τηρούνται τα έθιμα και οι εκδηλώσεις.
Πουθενά όμως δεν διαπιστώθηκε εναντίωσης και πόλεμος κατά των
τοπικών μουσικών οργάνων, χάριν κάποιου άλλου. Η Κρήτη αποτέλεσε το
μοναδικό φαινόμενο για την εξαφάνιση του κυρίαρχου οργάνου κάποιας
περιοχής με σκοπό την υποβάθμιση της μουσικής παράδοσης της περιοχής
και του μουσικού της οργάνου, για εμπορικούς σκοπούς.
Λίγο πολύ γνωρίζετε τον αγώνα μου για τη μουσική παράδοση σε τακτική
βάση από το έτος 1977. Η ασχολία μου μ’ αυτήν από τότε
που ήμουν 5 ετών.
Ασχολήθηκα βασικά με τη μουσική του Στρατή Καλογερίδη που χρόνο με
τον χρόνο έσβηνε.
Η μουσική του Στρατή Καλογερίδη αποτελεί ένα κόσμημα για την μουσική
μας παράδοση και εντάσσεται και αυτή στην παραδοσιακή μας μουσική,
παρόλο που δεν φαίνεται να έχει τα χαρακτηριστικά της μουσικής
παράδοσης όπως τα καθορίσαμε προηγουμένως.
Στην περίπτωση της μουσικής του Καλογερίδη, συμβαίνει αυτή να
στηρίζεται αποκλειστικά σε γυρίσματα και μοτίβα της μουσικής μας
παράδοσης.
Ο Καλογερίδης, μετά την επιστροφή του από τη Γαλλία επιδόθηκε στη
μελέτη της παραδοσιακής μας μουσικής. Με περιοδείες του στα χωριά
της επαρχίας Σητείας και στη συνέχεια και σε άλλα των Νομών Λασιθίου
και Ηρακλείου, άκουε τους οργανοπαίχτες του βιολιού αλλά και της
λύρας, της ασκομαντούρας και φυσικά του μαντολίνου , που κάθε σπίτι
σχεδόν είχε να παρουσιάσει και από ένα μαντολίνο. Είχε τρομερή μνήμη
στην αποτύπωση των ακουσμάτων. Αυτά τα ακούσματα τα επεξεργαζόταν
μετά πάνω στο βιολί του και τα σημείωνε στη συνέχεια πρόχειρα σε
παρτιτούρες, δηλαδή με νότες. Αυτά βγαίνουν από στοιχεία που
υπάρχουν στην ανέκδοτη μουσική του που τηρείται στη Βικελαία
Βιβλιοθήκη του Δήμου Ηρακλείου. Η μουσική αυτή δεν είναι ξεκομμένη
από τα βασικά στοιχεία της παράδοσης και συνεπώς τα αρχικά της
στοιχεία πληρούν τα όσα ειπωθήκανε σαν χαρακτηριστικά της μουσικής
αυτής.
Για τη μουσική αυτή αφιέρωσα μέρες μήνες χρόνια , μέχρι που την
έφερα στο βιολί μου, ακριβώς όπως είναι γραμμένη στη δισκογραφία
του. Στη συνέχεια την κατέγραψα σε παρτιτούρες με σκοπό να τη δώσω
σε Ωδεία και όπου αλλού θα μπορούσαν να την αξιοποιήσουν. Για να
γίνει όμως αυτό χρειαζότανε η συγκατάθεση της μοναδικής κληρονόμου
της εγγονής του που ζει στην Αυστραλία. Της ζήτησα την συγκατάθεση
αλλά δεν μου εδόθη.
Κάνοντας τον αγώνα αυτό, διαπίστωσα πως στις βιβλιοθήκες της Ελλάδας
υπήρχαν πληθώρα βιβλίων γύρω από τη λύρα και της μουσικής της αλλά
απολύτως τίποτε για τη μουσική του βιολιού στην Ανατολική Κρήτη και
την παραδοσιακή μουσική της. Η μουσική μας παράδοση ήταν άγνωστη
στις βιβλιοθήκες. Αυτή η διαπίστωση με εξέπληξε.
Αποφάσισα να ασχοληθώ με το θέμα αυτό και να καλύψω το κενό. Για
ενημέρωσή σας, έκρινα πως θα πρέπει να σας ανακοινώσω πως συνέγραψα
και δώρισα στις κυριότερες Βιβλιοθήκες της Ελλάδας και τη Σεβέρειο
της Κύπρου πέντε βιβλία που καλύπτουν απόλυτα το θέμα της μουσικής
μας παράδοσης. Σε ένα από αυτά είναι γραμμένη σε παρτιτούρες όλη η
γνωστή μουσική μας παράδοση πλην της μουσικής του Καλογερίδη. Τα
βιβλία υπάρχουν και στη Βιβλιοθήκη της Τουρλωτής και σε όλες σχεδόν
της βιβλιοθήκες της Κρήτης.
Το άλλο σκέλος της προσπάθειας, ήταν να ακούγεται το βιολί με την
μουσική μας παράδοση. Αυτό θα μπορούσε να γίνει σε συγκεντρώσεις,
όπως στις λέσχες και έγινε αυτό, αλλά ιδίως με την παρουσία του
βιολιού στους τηλεοπτικούς Σταθμούς. Αυτό το επιδίωξα και το πέτυχα
σε τρια κανάλια στην Αθήνα και της Σητείας. Στα Κανάλια ΑLTER, BLOU
SKAY και ΕΤ 1. αλλά ύστερα από σκληρό αγώνα, για να αντιμετωπίσω και
πάλι τις παρεμβάσεις του ίδιου παράγοντα. Δεν χρειάζεται να μπω σε
λεπτομέρειες.
Αυτά σας τα είπα για να ξέρετε πώς πέραν από την αδράνεια εκείνων
που είχαν την αρμοδιότητα αλλά δεν αντέδρασαν,
υπήρξαν μεμονωμένες ενέργειες και αντιδράσεις για την υποστήριξη της
μουσικής μας παράδοσης, από άτομα που διέθεταν έρωτα, αγάπη προς
αυτήν.
Δεν ήμουν ο μόνος για το σκοπό αυτό. Υπήρξαν και υπάρχουν και άλλοι.
Αυτούς τους λοιπούς θέλω να ενθαρρύνω με τα όσα είπα, να συνεχίσουν
τον αγώνα και να είναι ασυμβίβαστοι. Το βιολί και οι κοντυλιές της
μουσικής μας παράδοσης πρέπει να μείνουν και να υπάρχουν, γιατί
αυτές είναι ο πολιτισμός μας καΙ όχι αυτά που μας στέλλουν από την
δυτική Κρήτη. Να σεβόμαστε τη μουσική όλης της Κρήτης, να την
τιμούμε, αλλά ουδέποτε να ανεχόμαστε το καπέλωμα της δικής μας
μουσικής.
Για να ολοκληρώσουμε τα όσα είπαμε πρέπει να ομολογήσουμε κι ας
είναι εγωιστικό, πως η επαρχία Σητείας είναι η Μήτρα της μουσικής
μας παράδοσης.
Εδώ, σ’ αυτόν τον χώρο το βιολί και η λύρα αρμονικά, καθένα όργανο
στο μερίδιό του προχωρούσαν και βάδιζαν απρόσκοπτα το δρόμο της
παράδοσης, αφήνοντας στο πέρασμά τους μυρωδάτα λουλούδια που
τροφοδοτούσαν τα συναισθήματά μας.
Τι θα μπορούσαμε να πούμε για τη λύρα στα χέρια του Φοραδάρη, του
Καλοχωριανού, του Χαρκιά από τους Τουρτούλους, του Κιρλίμπα από τη
Μαρωνιά, του επίσης φυμισμένου Λευκάρη, αλλά και άλλων, καθώς και
του επίσης αλησμόνητου Δερμιτζογιάννη ιδίως για τις μαντινιάδες του
και το τραγούδι του στις κοντυλιές; Δυστυχώς και αυτό το τραγούδι
που παρουσιάζεται σήμερα δεν ανήκει στην παράδοσή μας, δηλαδή το
ύφος. Συνιστώ λοιπόν ανεπιφύλακτα οι εκτός παράδοσης τραγουδιστές να
συμβουλευτούν τον Δερμιτζογιάννη από της κασέτες του, για να μάθουν
να τραγουδούν Στειακά.
Τέλος, για την Τουρλωτή να πούμε πως υπήρξε το πιο βασικό κύτταρο
πάνω στη Μήτρα της παράδοσής μας
Ας θυμηθούμε τα βιολιά που τόσα χρόνια δημιουργούσαν ένα ζηλευτό
μουσικό περιβάλλον στο χωριό σε κάθε γιορτή και σε κάθε ευκαιρία που
υπήρχε η ανάγκη της παρέας με το βιολί για να τονωθεί το ηθικό και
να συνεχιστεί ο αγώνας για τη ζωή.
Ας τους κάνουμε το μνημόσυνο που δικαιούνται ,για να νιώσουμε κι
εμείς ελαφρά τη συνείδησή μας και να δείξουμε πως δεν τους ξεχάσαμε.
Λιμπακομιχάλης -Μιχάλης Λιλιμπάκης, Σπυριδακούλιος -Κωστής
Κουρουπάκης, Σωμαράς - Μιχάλης Μετζογιαννάκης, Σγουρός-Γιώργης
Παπαδάκης, Κουτούνιος – Γιάννης Τσαγκαράκης, Γιώργης Τσαγκαράκης –
του Κουτούνιο, Νίκος Σολιδάκης, Φοραδάρης – Μανόλης Σολιδάκης,
Μιχάλης Ζερβάκης - Καλοχριζστιανάκης και τέλος να πούμε και για τη
λύρα που ομόρφαινε πολλές παρέες στην εποχή της. Το Γιωργουλάκη.
Θα ήθελα να τελειώσω με την αναφοράν μου στους υπάρχοντες στην
Τουρλωτή βιολιστές, Γιάννη Ζερβάκη, Μανώλη Χριστοδουλάκη,Νίκο
Τσαγκαράκη , Γιώργο Ξενούδη, Γιάννη Ζερβάκη- Καλοχριστιανάκη. Δεν
ξέρω αν υπάρχουν και άλλοι . Το εύχομαι. Συγχαριτήρια σ’ αυτούς που
στηρίζουν την παράδοσή μας. Ομολογουμένως, έχουν κάνει και
συνεχίζουν να κάνουν και αυτοί τον αγώνα τους και πιστεύω πως θα τον
συνεχίσουν. Εύχομαι να βρεθούν και άλλοι να τους πλαισιώσουν και να
αντιταχθούν στην λαίλαπα της εποχής μας. Δεν το ζητάμε μόνο εμείς,
αλλά κι αυτοί που μνημονεύσαμε προηγουμένως και μαζί μ’ αυτούς ο
κόσμος των περασμένων εποχών που ένιωσε την χαρά κοντά στη μουσική
αυτή , μα και στις δύσκολες στιγμές ακούμπησε πάνω στην παράδοσή μας
αναζητώντας την ανακούφιση και την παρηγοριά.
Εσείς, εμείς πώς πρέπει να αντιμετωπίζουμε την κατάσταση που υπάρχει
; Να μην ξεχνούμε πως ζούμε και υπάρχομε σ’ ένα χώρο ειδυλλιακό, σ’
ένα χώρο που μας εμπνέει. Μας χαμογελά η φύση την άνοιξη και μας
παρηγορεί ο χειμώνας. ΄Όλα ποιητικά. Ο τόπος αυτός γεννά μουσική και
ποίηση.
Η μουσική μας παράδοση δημιουργήθηκε από εμπνευσμένους ανθρώπους, με
τελευταίο τον Καλογερίδη. Η ποίηση ενσαρκώθηκε με τον Βιτσέντζο
Κορνάρο που δημιούργησε το αθάνατο ποίημα «Ερωτόικριτος», όπως το
αποκάλεσε ο Κωστής Παλαμάς.
Εμείς δεν έχομε ανάγκη από δανεικές μουσικές που εκπροσωπούν άλλα
ήθη και έθιμα. Ο λόγος μας είναι ποίηση και η σκέψη μας μουσική.
΄Εχομε τις μουσικές μας για όλες τις φάσεις της ζωής. ΄Εχομε τη
μουσική της παράδοσης που τώρα βρίσκεται σε δοκιμασία. Είναι όμως
και η άλλη παράδοση που δεν είναι εμπορεύσιμη γι’ αυτό και δεν μας
την πείραξαν. Σ’ αυτήν την παράδοση είναι τα δικά μας νανουρίσματα
που κοιμίζομε τα μωρά μας. Οι δικές μας μελωδίες που στολίζομε τις
νύμφες μας και γλεντούμε στους γάμους μας. Τα δικά μας μοιρολόγια
που κατευοδώνομε τους νεκρούς μας.
Δεν χρειαζόμαστε τίποτε. Η ζωή μας, η ψυχή μας πλέει μέσα στη
δική μας μουσική και την ποίηση. Αυτό να θυμάστε πάντα και με αυτές
τις σκέψεις να προσδοκάτε το αύριο.